«Εµείς έχουµε τα λεφτά, εµείς αποφασίζουµε»
Βρυξέλλες, Ειρήνη Καρανασοπούλου
Την αποφασιστικότητά της να επιβάλει τη δική της αντίληψη για την υπέρβαση της κρίσης στην ευρωζώνη διαµηνύει ανοικτά πλέον η γερµανική καγκελαρία, αρνούµενη κάθε διάλογο για τη λεγόµενη «συνολική λύση» που υποτίθεται ότι θα προέκυπτε από τη σύνοδο κορυφής στις 24-25 Μαρτίου.
Το επιχείρηµα, µάλιστα, του Βερολίνου, είναι ατράνταχτο: «Εγώ έχω τα λεφτά». Στη διάρκεια ενδελεχούς ενηµέρωσης που έγινε το Σαββατοκύριακο από τα στελέχη της καγκελαρίας προς επιλεγµένους ευρωπαίους δηµοσιογράφους, οι συνεργάτες της Ανγκελα Μέρκελ δεν έκρυψαν τον κυνισµό τους απέναντι στην κατάσταση. «Εµείς έχουµε τα λεφτά, εµείς λοιπόν αποφασίζουµε», ήταν µια φράση που ειπώθηκε σε ήπιο µεν τόνο, αλλά ως κάτι που απλώς είναι η πραγµατικότητα. Οι οικονοµικοί σύµβουλοι της καγκελαρίας εξήγησαν στους δηµοσιογράφους πως δεν έχει και µεγάλο νόηµα η συζήτηση µε πολιτικούς ή οικονοµολόγους από την Ελλάδα ή άλλες χώρες «που εµφανώς έχουν αποτύχει και έρχονται σε µας για χρήµατα», διότι «δεν είµαστε στο ίδιο επίπεδο». Οπως είπε κάποιος χαρακτηριστικά, «είναι σαν να προσπαθείς να εξηγήσεις τη θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν σε παιδιά που πηγαίνουν ακόµη στο νηπιαγωγείο».
Κατά το Βερολίνο, η κρίση στην ευρωζώνη δεν αποτελεί κρίση δηµοσίου χρέους, αλλά αποτέλεσµα του χάσµατος ανταγωνιστικότητας µεταξύ των χωρών και της κακής διαχείρισης που υπήρξε σε κάποιες από αυτές. Ως εκ τούτου το φάρµακο είναι η αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας – ακόµη κι αν αυτό σηµαίνει πολλαπλασιασµό της ισχύος των προγραµµάτων λιτότητας που εφαρµόζονται σήµερα.
Τα ΕΠΙΤΟΚΙΑ.
Γι’ αυτό, προσέθεταν, η περίφηµη «συνολική λύση», που για τους υπόλοιπους Ευρωπαίους έχει πολλαπλά συστατικά, µεταξύ των οποίων και η ενίσχυση του προσωρινού µηχανισµού σταθερότητας, του EFSF, «για µας αρχίζει και τελειώνει στα εργαλεία αποκατάστασης της ανταγωνιστικότητας και στους τρόπους επίτευξής της». ∆ιευκρίνιζαν δε ότι δεν συζητούν καµιά πρόταση που είτε άµεσα είτε έµµεσα θα σήµαινε ανάληψη δηµοσίου χρέους άλλης χώρας από τη Γερµανία – όπως, για παράδειγµα, τη µείωση επιτοκίων στα δάνεια που έχουν χορηγηθεί σε Ελλάδα και Ιρλανδία ή πολύ περισσότερο τη χορήγηση νέων χαµηλότοκων δανείων προς χώρες µε προβλήµατα χρέους.
Οσο για την επιµήκυνση, στην οποία έχει επενδύσει η ελληνική κυβέρνηση από τη στιγµή που υπήρξε θετική ανταπόκριση από το Συµβούλιο Υπουργών, διευκρινίστηκε ότι αυτή αφορά την εξοµοίωση των όρων Ελλάδας και Ιρλανδίας και τίποτε παραπέρα.
Αίσθηση προκάλεσε στους δηµοσιογράφους που έλαβαν µέρος στην ενηµέρωση η αδιαφορία των Γερµανών ειδικών στην προοπτική να υπάρξει αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους ή και πλήρης χρεοκοπία, δεδοµένου ότι και γερµανικές τράπεζες είναι κάτοχοι γερµανικών οµολόγων. Η εξήγηση που δόθηκε είναι πως «ο µεγαλύτερος χαµένος θα είναι οι πολίτες της Ελλάδας, όχι εµείς – κι η απόφαση ασφαλώς δεν είναι δική µας».